Για να μείνει αστείρευτη η πηγή

Τώρα που καταλάγιασε ο (δικαιολογημένος) ντόρος από τον θρίαμβο των εφήβων και η σκυτάλη έχει περάσει στους παίδες, που επιζητούν κι αυτοί με τη σειρά τους κάτι καλό στο Κάουνας, είναι η χρυσή ευκαιρία για την ΕΟΚ

να μελετήσει, να σχεδιάσει και να προσδιορίσει αρμοδιότητες, για την ακόμη πιο εύρυθμη λειτουργία των εθνικών κλιμακίων. Με δεδομένο ότι η παραγωγή παικτών στη χώρα μας παραμένει αστείρευτη, το ζητούμενο είναι να υπάρχει σταθερός προγραμματισμός και στόχος. Ακούμε συχνά από υπεύθυνα χείλη και συμφωνούμε, ότι το κάθε μετάλλιο σ’ αυτές τις ηλικίες δεν είναι αυτοσκοπός. Περισσότερο παρέχει επικοινωνιακή δυνατότητα, αφού μέσω αυτού αναδεικνύεται ευρύτερα το πλούσιο υλικό στις μικρές ηλικίες.

Μέσα από τις διακρίσεις, ο κόσμος γνωρίζει το «νέο αίμα» του ελληνικού μπάσκετ, φουσκώνει από υπερηφάνεια, οδηγείται σε συγκρίσεις. Όπως συνέβη και τώρα με την κατάκτηση του «χρυσού» στο Βόλο.

Από την άλλη πάλι, η κάθε επιτυχία σε μεγάλη διοργάνωση, καλύπτει και τυχόν αβλεψίες, παραλείψεις, αδυναμίες που – ενδεχομένως- θα έβγαιναν στην επιφάνεια αν το αποτέλεσμα ήταν διαφορετικό. Καλοπροαίρετα και χωρίς μιζέρια, όλα αυτά τα λάθη, μπορούν να επισημανθούν και να φανούν χρήσιμα στη συνέχεια.

Παράλληλα, στον σχεδιασμό των μικρών εθνικών ομάδων είναι απαραίτητη η συμμετοχή και εποπτεία από τον Φώτη Κατσικάρη. Αν μη τι άλλο, πρέπει να ενημερώνεται ο Ομοσπονδιακός προπονητής για τις όποιες επιλογές και να δίνει τις απαραίτητες κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, αυτή η ομάδα των γεννημένων το ’96 και ’97, είχε τα φόντα να πετύχει πολλά περισσότερα. Αλλά κάθε τόσο άλλαζε προσανατολισμούς. Ξεκίνησε με προπονητή τον Μάνο Μανουσέλη, συνέχισε με τον Δημήτρη Παπανικολάου και κατέληξε στον Ηλία Παπαθεοδώρου. Τρεις προπονητές, σε τρία χρόνια. Τρεις διαφορετικές φιλοσοφίες για παίκτες που τώρα γαλουχούνται.

Δικαιολογημένα αυτά τα παιδιά, ακόμη και τώρα με το «χρυσό» στο στήθος, να νιώθουν αδικημένα, επειδή θα μπορούσαν να πετύχουν το κάτι παραπάνω στις διοργανώσεις που πήραν μέρος. Χωρίς να μπαίνουμε στη διαδικασία της σύγκρισης με την προηγούμενη καλή σειρά (των ’89-‘90άρηδων), αυτή η «φουρνιά» με τους Χαραλαμπόπουλο, Παπαγιάννη να φιγουράρουν πριν από τρία χρόνια ανάμεσα στους 12 καλύτερους στον κόσμο, στο «Jordan camp» και τον Σκουλίδα επιλογή της Μπαρτσελόνα στο δικό της καμπ, είχε μείνει μόνο με το «χάλκινο»  στο Πανευρωπαϊκό παίδων το 2013 στο Κίεβο. Ήταν το απωθημένο τους ένα «χρυσό», που ήρθε τελικά στο Βόλο. Μάλιστα θα είχαν πολλές πιθανότητες να διεκδικήσουν άλλο ένα του χρόνου στο Πανευρωπαϊκό Νέων, αν δεν υποβιβαζόταν φέτος η ομάδα στη Β΄ κατηγορία.

Όπως και νάχει πάντως, αυτά τα παιδιά έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους και η ανδρών από τη σειρά των γεννημένων την τριετία 1996 -’97-‘98, θα εμπλουτιστεί με αρκετούς παίκτες τα επόμενα χρόνια. Απ’ όλα έχει ο μπαξές. Και ψηλούς, και ημίψηλους και «κοντούς». Ας μην ξεχνάμε, ότι σ’  αυτή την ομάδα είχε θέση και ο άτυχος λόγω τραυματισμού, Αντώνης Κόνιαρης, ενώ μέλος της θεωρείται και ο συνονόματος και συνομήλικος Πεφάνης του Πρωτέα Βούλας, που πέρυσι στο Ντουμπάι (Παγκόσμιο U17), ήταν ο πρώτος σκόρερ της Εθνικής.

Επίσης, έχει ιδιαίτερη σημασία και πρέπει να επισημαίνεται, ότι αυτά τα παιδιά διακρίνονται για το ήθος, αλλά και τις επιδόσεις τους στο σχολείο. Μαθητές του 19 για παράδειγμα είναι ο Φλιώνης, ο Μουράτος, ο Οικονομόπουλος, ο Σταμάτης και όλοι προσπαθούν να συνδυάσουν το πρωταθλητισμό με τις σπουδές τους. 

Κι αν ο κόσμος γνώρισε για τα καλά τους 12 πρωταθλητές Ευρώπης, σύντομα θα μάθει κι άλλους που ακολουθούν και στελεχώνουν τις ομάδες των παίδων. Μπορεί να μιλάμε συνέχεια  για τον Γιώργο Παπαγιάννη, αλλά και η Εθνική παίδων που ξεκίνησε χθες στο Κάουνας την προσπάθειά της στο Πανευρωπαϊκό, έχει ένα πολλά υποσχόμενο παιδί. Τον Χάρη Λιούνη του Πανιωνίου, γεννημένος το 1999 με ύψος 2.10. Αλλά και άλλα παιδιά απ΄ αυτή τη σειρά, όπως και από τους γεννημένους το 2000  θα μας απασχολήσουν στο μέλλον. Με την ευκαιρία να σημειώσουμε ότι για την Εθνική παίδων είναι απώλεια η απουσία του Παναγιώτη Βύρλα (Προμηθέας Πατρών), που δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον τραυματισμό του.

ΥΓ. Είναι τόσο σεμνό και σοβαρό παιδί ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, που τον φέρνουν σε δύσκολη θέση όλες αυτές οι ανούσιες και ανακριβείς συγκρίσεις με Έλληνες και ξένους άσους του παρελθόντος. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τίποτα απ΄ όλα αυτά δεν υιοθετεί και δεν πρόκειται να του χαλάσουν το μυαλό.